Αποσπάσματα από το βιβλίο του Κυριάκου Βλασσόπουλου (με δική μου σειρά!)
Αλίμονο αν οικογένειά μας είναι μόνο η βιολογική μας οικογένεια. Υγιής οικογένεια είναι αυτή που βοηθά τα μέλη της να βγουν από το νόμο του αίματος, τη συγγένεια, και να ανοιχτούν στον έξω κόσμο, τους άλλους, να κάνουν δεσμούς και ανοίγματα προς τα έξω από την οικογένεια. Αυτό προϋποθέτει μια βασική δεξιότητα της οικογένειας, που νομίζω ότι είναι από τις σημαντικότερες που το γονεϊκό ζεύγος οφείλει να δώσει στα παιδιά: Να εμπιστεύονται τον έξω κόσμο, κι ας κάνουν λάθη. Αυτό είναι το καλύτερο μέταλλο, το καλύτερο υλικό, ώστε να μπορέσουν τα παιδιά ν’ ανοίξουν τα φτερά τους, να πετάξουν, χωρίς ενοχή και χωρίς φόβο.
Γιατί πιο μεγάλη σημασία δεν έχουν πάντα οι απαντήσεις, αλλά τα ερωτήματα. Να μπορώ να απορήσω, και πρώτα – πρώτα να αναρωτηθώ, να ρωτήσω τον εαυτό μου, «τί γίνεται, πώς είσαι; Είσαι καλά; Τί σε δυσκολεύει; Τί δεν καταλαβαίνεις;». Να αναρωτηθώ για τη σχέση μου με τη ζωή. Αυτό λέγεται αναστοχασμός και σημαίνει ότι η ψυχή εργάζεται και παραμένει ζωντανή.
(Ψυχική ισορροπία ή αλλιώς ψυχική ανθεκτικότητα, καλή ταυτότητα εαυτού σημαίνει: Ξέρω ποιος είμαι και πατάω καλά στα πόδια μου, οι συμφορές της ζωής, που είναι μέσα στο πρόγραμμα, οι δυσκολίες, από τις πιο απλές ως τις πιο μεγάλες, δε με καταπονούν πολύ, δεν με καταβάλλουν, δεν με καταστρέφουν. Ανοίγω δρόμους και συνεχίζω να προχωρώ.)
Έμαθα να προσπαθώ να κάνω τη νεκρή, καταθλιπτική μάνα μου να χαμογελάει και όλη μου η ζωή ήταν πως θα τη θεραπεύσω. Δε σας το διάβασα τυχαία. Σε πολλών ανθρώπων τις θεραπείες, κατά τη γνώμη μου στων περισσοτέρων, αυτό είναι ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται. Ποτίζει η πρώιμη ζωή κάποιον, και δεν το έχει καταλάβει ότι έχει ξοδέψει όλη του τη ζωή ψυχικά για να θεραπεύσει τους γονείς του. Ακόμα και αυτός που τους έχει βρίσει και έχει πάει στην Αυστραλία για να γλιτώσει. Ακόμα και αυτός που λέει ότι δεν θα τους ξαναμιλήσει. Ακόμα και αυτός που τους έχει θάψει πριν από 30 χρόνια και δεν πάει ούτε στο νεκροταφείο. Μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι όλη του η ζωή και τα μοτίβα που ακολουθεί, ο γάμος που κάνει, οι σχέσεις που κάνει, οι δουλειές, οι αστοχίες του, από κάτω κρύβουν ένα «πως θα θεραπεύσω τη μάνα μου, τον πατέρα μου».
Αν η μαμά μου, η οικογένειά μου, ήταν θλιμμένη, καταθλιπτική, εγώ κάνω ό,τι μπορώ συνειδητά στη ζωή μου να γίνω χαρούμενος, να περνάω καλά, αλλά δε με γλυκαίνει τίποτα τόσο, όσο όταν βυθιστώ σ’ αυτή τη θλίψη. Επιστρέφω στον οικείο τόπο, έστω κι αν ήταν θλιβερός. Και εκεί ευχαριστιέμαι. Αυτό αλλάζει σε ένα βαθμό, αν κανείς το επεξεργαστεί… Το θέμα είναι να μην κολλήσει κανείς στο μαζοχιστικό αντικείμενο ή την τραυματική ανάμνηση. Να βρούμε άλλες γεύσεις.
Τον άνθρωπο δεν τον καθορίζουν τόσο οι γονείς του, που αποτελούν, ασφαλώς, μια σφραγίδα, αλλά περισσότερο η ικανότητά που έχει να αφηγηθεί, να πει την ιστορία του… Οι αφηγήσεις της ζωής μας ευτυχώς αλλάζουν. Άλλα λες όταν είσαι 20 χρονών, άλλα λες στα 30, άλλα λες μεγαλώνοντας. Και άλλα λες για το γάμο σου, για τη σχέση σου τότε, άλλα για τη σχέση σου τώρα. Δηλαδή είμαστε ποιητές εαυτού. Ποιώ σημαίνει κατασκευάζω, δημιουργώ.
Γι’ αυτό και στη θεραπεία πολλές φορές δεν απαντάμε. Λέει ο θεραπευόμενος: «Για πες μου τι θα κάνω με τη ζωή μου, πως θ’ αλλάξω, πες μου τώρα!». Και ο θεραπευτής ακούει και λέει, «εσείς τι λέτε;». Κι εκεί ο άλλος εκνευρίζεται… Ξέρετε γιατί εκνευρίζεται; Γιατί καλείται να γίνει ο ίδιος ποιητής, να φτιάξει δηλαδή τη ζωή του. Στο βάθος, αποφεύγουμε να εργαστούμε. Θέλω να μου πει κάποιος άλλος τι να κάνω.
Έχουμε έναν κόκκο, ένα σπυρί ο καθένας μας, ακόμα και ο πιο επιβαρυμένος, έναν κόκκο δυνατότητας για ψυχική εργασία. Όλη η ιστορία είναι τι θα το κάνουμε αυτό το σπυρί. Δηλαδή, για να το πω κάπως πιο φιλοσοφικά, έναν κόκκο ελευθερίας τον έχουμε, όπως και όπου κι αν είμαστε. Ακόμα κι αν λείπει κάτι πολύ από την προσωπική μου προίκα, κάτι θα υπάρχει που μπορώ να κάνω, και να εξελιχτώ, και να προχωρήσω.
Τελικά, που είναι το φώς;
Το να μπορούμε να παραμένουμε μαζί, παρά τα μίση μας και να μοιραζόμαστε τη φρίκη με λόγια, με σκέψεις. Να τα βάζουμε σε λόγια τα συμβαίνοντα και τα συναισθήματα, σε μια αφήγηση κάποιους είδους. Να μη βιαζόμαστε να κάνουμε πράξη ό,τι μας έρχεται να κάνουμε κάθε φορά, αλλά να το κάνουμε λόγο, να το μιλάμε. Όσο λοιπόν είμαστε μαζί και μιλάμε, σκεφτόμαστε μαζί για τη φρίκη, εκεί εγώ βλέπω το φως στο βλέμμα των άλλων, στον τρόπο που με ακούνε και τους ακούω. Να μη σπάσει αυτό, η μήτρα που μας ενώνει, που είναι η σχέση μιας ομάδας, μιας οικογένειας, νομίζω εκεί είναι το φως. … Η αγάπη βρίσκεται στο ζεστό στρώμα όταν η ομάδα ή το ζευγάρι είναι μέσα στο μίσος ή στην απόγνωση ή στο φόβο, αλλά παραμένουν μαζί και μιλάνε γι’ αυτά και ακούει ο ένας τον άλλον. Τονίζω το «ακούει ο ένας τον άλλον», ακούει ενεργητικά, όχι μένουν μαζί απλώς για να μην είναι μόνοι. Οι λέξεις και το κλίμα που υπάρχουν σε μια ομάδα ή σε μια οικογένεια εξαρτώνται από τρία πολύ απλά και βασικά πράγματα: πως μιλάς, πως ακούς, πως κοιτάς.
Image by Hugo Brightling